Κυριακή 15 Οκτωβρίου 2017

Αγιογράφος εκ Τήνου


Όταν όμως, πέρασαν οι πρώτες στιγμές της περιέργειας, οι υπηρέτες με άφηναν ήσυχο και μόλις τέλειωνα τις ραπτικές μου εργασίες, σήκωνα τα μάτια κι έβλεπα τη μεγαλειώδη περιπέτεια που ήμουν προορισμένος να ζήσω, (εν καιρώ), ενώ τα βράδια μπορούσα να γυρίζω ελεύθερος στα δάση, ιδιοκτησία των πρώτων ξυλέμπορων της πόλης
           κι εκεί, αποφεύγοντας τις μοιραίες συμπτώσεις, συναντούσα τη μικρόσωμη θεία μου και τη θλίψη του αγαπητού μας υιού, εξαδέλφου και ανιψιού, που ο πρόωρος θάνατός του ξεπερνούσε πολλά νοήματα – αλλά πώς μπορούσαν να σκέφτονται ότι εγώ, ένας θνητός, θα κατέφευγα σε τέτοιες κολακείες,
           έψαλλα, λοιπόν, μ’ όλη μου την ψυχή, έτσι που να διερωτώνται ανήσυχοι τι λογαριάζω και μετά το φαγητό καθόμουν στην είσοδο, στρίβοντας το μαντίλι με αδύναμα δάχτυλα – αλλά δεν παραπονιόμουν,
           γιατί στο βάθος ήξερα πως ήμουν ο μυστηριώδης εικονογράφος όλων εκείνων των ωραίων που θα δουν αύριο, έστω και με τις ασυνήθιστες, κάπως, πινελιές ενός συνηθισμένου μέθυσου.


Tάσος Λειβαδίτης, "Ανακάλυψη" 1978, 
εκδόσεις κέδρος