Τον γνωρίζαμε τόσο λίγο, αλλά ας τον ονομάσουμε Ιάκωβο, για λόγους ηρεμίας, – κι εδώ ας θυμηθούμε τις μεγάλες αγυρτείες των λέξεων ή τα οικιακά σκεύη που εξαφανίζονταν μυστηριωδώς, αφού αυτοί που τα χρησιμοποιούσαν, είχαν τις πιο άδολες σκέψεις,
όπως κάθε σελίδα έχει το τέλος της και κάθε ναυάγιο τον τυχερό του, κάθε παιδί το μήλο του και κάθε τρελός το υπόγειό του, κάθε θλιμμένος τον τοίχο του και κάθε νεκρός τον ορυμαγδό του –
αλλά ας διακόψουμε την απαρίθμηση τόσων θλιβερών κι ας εντρυφήσουμε στο πώς οι μέλισσες ιδρύουν τις αυτοκρατορίες τους ή πώς πεθαίνουν οι επαναστάσεις ή γιατί δεν ανοίξαμε την πόρτα μας στο ήσυχο βράδυ, έτσι που να μην ξενιτευόμαστε για μικροπράγματα
και ζήσαμε δόλια, σαν τους αρχαίους βάρδους που άφηναν τα γένια τους ως κάτω τη γη, για να μη φαίνεται πόσο ήταν παιδιά
όταν τραγουδούσαν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου